Τρίτη 25 Φεβρουαρίου 2014

Ορχιδέες


Έφυγες
και άφησες πίσω σου τις μικρές ορχιδέες που μου χάρισες,
τώρα αιμορραγούν
πίσω από τον καθρέφτη του μπάνιου,
εκεί με κάτι σάπιους υδρατμούς
και την υγρασία πάνω στα παλιά πλακάκια,
θα θρηνούν για την αναίτια σιωπή σου.
Οι ορχιδέες είναι σκέτες ιδέες που σε κάνουν να πονάς
στη θύμηση των μουσικών χεριών που στις δώρισαν.

Ξανά,
επανάληψη των γεγονότων
σαν ένα καθιερωμένο déjà vu.
Τώρα όμως αρχίζει το δικό μου παιχνίδι.
Βασανίσου ισάξια με τη δική μου σιωπή,
καταδική μου.



Ελένη.Μ

Δευτέρα 17 Φεβρουαρίου 2014

Φάτα Μοργκάνα


Θα μεταλάβω με νερό θαλασσινό
στάλα τη στάλα συναγμένο απ' το κορμί σου
σε τάσι αρχαίο, μπακιρένιο αλγερινό,
που κοινωνούσαν πειρατές πριν πολεμήσουν.

Στρείδι ωκεάνειο αρραβωνιάζεται το φως.
Γεύση από φλούδι του ροδιού, στυφό κυδώνι
κι ο άρρητος τόνος, πιο πικρός και πιο στυφός,
που εναποθέτανε στα βάζα οι Καρχηδόνιοι.

Πανί δερμάτινο αλειμμένο με κερί,
οσμή από κέδρο, από λιβάνι, από βερνίκι,
όπως μυρίζει αμπάρι σε παλιό σκαρί
χτισμένο τότε στον Ευφράτη στη Φοινίκη.

Χόρτο ξανθό τρίποδο σκέπει μαντικό.
Κι ένα ποτάμι με ζεστή, λιωμένη πίσσα,
άγριο, ακαταμάχητο, απειλητικό,
ποτίζει τους αμαρτωλούς που σ' αγαπήσαν.

Rosso romano, πορφυρό της Δαμασκός,
δόξα του κρύσταλλου, κρασί απ' τη Σαντορίνη.
Ο ασκός να ρέει, κι ο Απόλλωνας βοσκός
να κολυμπάει τα βέλη του με διοσκορίνη.

Σκουριά πυρόχρωμη στις μίνες του Σινά.
Οι κάβες της Γερακινής και το Στρατόνι.
Το επίχρισμα. Η άγια σκουριά που μας γεννά,
μας τρέφει, τρέφεται από μας, και μας σκοτώνει.

Καντήλι, δισκοπότηρο χρυσό, αρτοφόρι.
Άγια λαβίδα και ιερή από λαμινάρια.
Μπροστά στην Πύλη δυο δαιμόνοι σπαθοφόροι
και τρεις Αγγέλοι με σπασμένα τα κοντάρια.

~~~

Πούθ' έρχεσαι; Απ' τη Βαβυλώνα.
Πού πας; Στο μάτι του κυκλώνα.
Ποιαν αγαπάς; Κάποια τσιγγάνα.
Πώς τη λένε; Φάτα Μοργκάνα.

Πάντα οι κυκλώνες έχουν γυναικείο
όνομα. Εύα από την Κίο.
Η μάγισσα έχει τρεις κόρες στο Αμανάτι
και η τέταρτη είν' έν' αγόρι μ' ένα μάτι.

Ψάρια που πετάν μέσα στην άπνοια,
όστρακα, λυσίκομες κοπέλες,
φίδια της στεριάς και δέντρα σάπια,
άρμπουρα, τιμόνια και προπέλες.

Να 'χαμε το λύχνο του Αλαδίνου
ή το γέρο νάνο απ' την Καντώνα.
Στείλαμε το σήμα του κινδύνου
πάνω σε άσπρη πέτρα με σφεντόνα.

Δαίμονας γεννά τη νηνεμία.
Ξόρκισε, Allodetta, τ' όνομά του.
Λούφαξεν ο δέκτης του ασυρμάτου,
και φυλλομετρά τον καζαμία.

Ο άνεμος κλαίει. Σκυλί στα λυσσιακά του.
Γεια χαρά, στεριά, κι αντίο, μαστέλο.
Γλίστρησε η ψυχή μας από κάτου,
έχει και στην κόλαση μπορντέλο.

Νίκος Καββαδίας

Σάββατο 8 Φεβρουαρίου 2014

Λερωμένο




Τα σκάτωσες
όπως ποτέ άλλοτε
βλέπεις τα μούτρα σου
στα λερωμένα νερά του Σηκουάνα, 
καθρέφτες των ματιών σου
και τώρα κοιτάς να επανορθώσεις.
Που είσαι εσύ; και γιατί σε έχασες; 
Απόμακροι, ψυχροί, διστακτικοί, 
δεν ανήκεις εδώ. 
Το "εγώ" έχει περισσότερες απαιτήσεις από το "τίποτε". 
Σε έχασες και τώρα πρέπει επιτακτικά να σε ξανά βρεις. 



Ελένη.Μ