Σάββατο 27 Απριλίου 2013

Μπαμπά

Το παρακάτω κείμενο ανήκει στον Πέτρο.
Ο Πέτρος γράφει κι άλλα πολλά στο blog του! Δες εδώ.
 
Δεν ξερω αν ήταν πραγματι τσαι του βουνου αυτό που μυριζε στην κουζινα σου, κι αν στ αληθεια όλα αυτά τα τσιγκινα κουτακια ειχαν αρωματικα βοτανα και μπαχαρικα.  Παλευω με τη μνημη μου να θυμηθω τα ραφια, και φερνω στο μυαλο μου κατι κουκλακια που κανανε παρεα στο αλατι και το πιπερι, νομιζω μια μαιμου ηταν σιγουρα στην παρεα αυτή. Παντα ημουν περηφανος για την παιδικοτητα του μυαλου σου που μας εδειχνες τις φορες που δεν κλεινοσουν στον εαυτο σου, σιωπηλος. Δεν ξερω αν ηταν αυτές οι μυρωδιες που θυμαμε, πανε χρονια συγχωρεσε με που οι αναμνησεις είναι τοσο ρευστες και μπλεκονται με μυρωδιες που ποτε δεν θα μαθω από πού θυμαμαι, αλλα εμενα το τσαι του βουνου με εκανε να κλεισω τα ματια και να ταξιδεψω στη Ανδρο. 
Στη μαγικη Ανδρο, στο μαγικο σπιτι, στα μαγικα πευκα. 
Θυμαμαι το πλοιο να φτανει στο λιμανι, και το ατελειωτο λεπτο μεχρι να φτασουμε στην καγκελενια πυλη, κι εσυ ετρεχες να μας ανοιξεις. 
Θυμαμαι  όταν ανακαλυψα για πρωτη φορα τα βιβλια σου, και ημουν στ αληθεια μικρος για όλα αυτά, αλλα με στοιχειωσαν τα Ανεμοδαρμενα Υψη, οσο αφελης κι αν ημουν, και διπλα σ αυτά οι κοκκινοι τομοι δερματοδετοι γεματοι ιστορια, και καπου εκει εσυ, με τα πεδιλα του σκι να χαμογελας διπλα σε καποιον πολύ σημαντικο, συγνωμη δε θυμαμαι πια. 
Θυμαμαι την κουνια που ειχες φτιαξει, και εφτανα μεχρι τον ουρανο και μετα τα ποδια μου μπλεκοντουσαν με τα σχοινα εκει στα δεξια 
Θυμαμαι ότι ποτε δεν ηρθες για μπανιο. Κι ας το αγαπουσες καποτε, ή ισως κι αυτό δεν το ξερω καλα. Συγνωμη που δεν το ξερω, αληθεια. Αλλα ποτε δεν ηρθες. Και ησουν παντα τοσο ασπρος. Φοραγες αυτή τη μπεζ βερμουδα και κάθε απογευμα ποτιζες με τις ωρες τα λουλουδια σου, και μου λεγες ανοιξε το νερο κλεισε το νερο, και χανοσουν στα χωματα φορώντας τα παλια σπορτεξ μου. Θυμαμαι τα μεσημερια, που τα τζιτζικια ηταν στα καλυτερα τους, και εσυ εκλεινες την πορτα να κοιμηθεις, κι εγω αναρωτιομουν τι θα γινει αν χασεις τον υπνο σου μια μερα αλλα παντα εκανα ησυχια και εκανα βολτες μες στα πευκα ψαχνωντας γατες και μιλωντας σε φανταστικους φιλους και παρατηρώντας τα μυρμηγκια να μπαινουν στις φωλιες τους και περιμενοντας να ξυπνησει το σπιτι για να κανω βολτα με το ποδηλατο, να σκισω τα γονατα μου γι άλλη μια φορα. Και όταν το απογευμα ερχοταν, θυμαμαι, επινες παντα καφε ελληνικο, συγνωμη που δε θυμαμαι ποσες κουταλιες ζαχαρη. Ισως πολλες γιατι σου αρεσε το πολύ αλατι και ισως και η πολλη ζαχαρη. Πολύ αλατι, και παντοτε με κοιταζες συνομοτικα όταν κ οι δυο κρυφα καναμε ασπρο το φαγητο μας. Και τα απογευματα στο τραπεζι με τα βοτσαλα και τα κοχυλια, όταν πια ο ηλιος κρυβοτανε λιγο, εβγαινε το ταβλι και παιζατε με τις ωρες, και μαλλον σχεδον παντα κερδιζες. Και σταυρόλεξα, μην ξεχασω τα σταυρολεξα. Εσυ με εμαθες, θυμασαι; Και παντα σε θαυμαζα που εβρισκες ολες τις λεξεις, και ακομα μετανιωνω που αρνιομουνα να μαθω τους αριθμους. Θυμαμαι τις ωρες που δε μιλαγες όμως και γινοσουνα μεγαλος, πολύ μεγαλος, και φοβομουνα ότι ποτε δε θα ξαναγελασεις. Ισως σκεφτοσουνα τα μεταλλια σου, ισως τα χρονια που εχασες. Ποτε δε ρωτησα. Ημουν μικρος και οι μικροι δεν κανουν τετοιες ερωτησεις. Και τωρα που μεγαλωσα που εισαι; Και ισως μετα από μια ωρα επεστρεφες από τα μερη εκεινα, και παλι εμφανιζοσουν στο μπλε παραθυρο, και μου κανες τα δαχτυλα κυκλους και τα βαζες στα ματια σου και μου κανες την κουκουβαγια Θυμαμαι τα Ξυλινα Σπαθια που εμαθα ένα καλοκαιρι και η κασετα δεν εβγαινε μεχρι να βαλεις Χαρυ Κλυν, και θυμαμαι το πρωτο τραγουδι των Beatles, το Help ήτανε, και επαιζε στο ραδιοφωνο ενώ εγω κοιταζα το ξυλινο ταβανι κι εσυ εκανες κουβεντες που κανουν οι μεγαλοι. Θυμαμαι το πηγαδι που ποτε δεν ανοιξε τελικα, το σφραγισες μια για παντα νομιζω ριχνοντας μεσα πολλα πραγματα. Θυμαμαι τη μερα που ενιωσες ότι τα χρονια περασαν, και θελησες να μιλησεις για οσα εζησες. Θυμαμαι που σχεδιαζα να σκοτωσω τον γειτονα γιατι σε στεναχωρησε. Πως μπορεσε;  Θυμαμαι πως τα χρονια περασαν και τα καλοκαιρια εγιναν μικροτερα κι από κει που κάθε πρωτη του Ιουνη ειχα τρεις μηνες για να μαγευομαι στα πευκα σου, όλα αρχισαν να συρρικνώνονται. Θυμάμαι την απογοητευση σου, όταν εμαθες για το άλλο εξοχικο, γιατι  οι κοποι σου πηγαν χαμενοι, γιατι η Ανδρος θα βουλιαζε στις σταχτες τις πια. Θυμαμαι τις ενοχες μου, γιατι δε σταματησα να σε φανταζομαι μονο σου να ποτιζεις τα λουλουδια. Και μετα ηρθαν κι άλλες ενοχες, όπως γινεται παντα όταν χασεις πια καποιον. Θυμαμαι πολλα, κι αν κλεισω τα ματια νιωθω μυριζω αγγιζω γευομαι πραγματα που ποτε πια δε θα γινουν εικονες . Και με το βαρος των αναμνησεων, πεταω για να φτασω τον φυλακα αγγελο μου, σε νιωθω, να το ξερεις. Και το καλοκαιρι θα γυρισω στη Ανδρο σου, στη Ανδρο μας, και θα ξεριζωσω τα σχοινα και θα ξαπλωσω  στο ντιβανι κατω από το μπλε παραθυρο να καιγομαι από τον ηλιο που με αυθαδεια σκιζει τα πευκα και θα πω «Γυρισα»  και θα αφησω τα τζιτζικια να μου μιλησουν για σενα. Σου το χρωσταω, μπαμπα.
 
 

Κυριακή 21 Απριλίου 2013

Delirio - Φωτογραφία και ποίημα


Ανάλαφρος, ανάλαφρος, πολύ ανάλαφρος
Ο άνεμος περνάει ανάλαφρος.
Φεύγει μετά, πάντα ανάλαφρος.

Τι σκέφτομαι δεν ξέρω.
Και ούτε να το μάθω επιζητώ.


Νυχτερινό

Nocturne-Thomas Van Stein Nocturne

 

Υδροφόρος ορίζοντας

κι ο σκύλος αλυχτάει, 

κάτω από μια σκοταδιστική πανσέληνο

που κορνάρει στα όνειρά μου.

Αρχέγονα πάθη 

που κοιμήθηκαν

σε παραλίες 

που κάποτε 

οι φοινικιές

έβαζαν 

     φωτιά.       

 

Ελένη.Μ 


Παρασκευή 19 Απριλίου 2013

Ερωτικός ψίθυρος

Woman before the sunrise- Caspar David Friedrich  

Πως ψιθυριστά 
μου σιγοτραγουδάς
 τον έρωτά σου.
Δυό μεγάλες φτερούγες
 τα χέρια σου 
σαν με αγκαλιάζεις, 
με κλείνουν μέσα σε δυό φτερά 
που το χνούδι τους
 χαϊδεύει το πρόσωπό μου.
Σκοτεινά τα μάτια σου
που απόψε 
θελκτικά 
τους 
υποτάχτηκα.
Όταν εσύ 
υπήρχες
εγώ γεννιόμουν 
βλέννα 
από τους
εξαπατημένους εραστές.


Ελένη.Μ

Τετάρτη 17 Απριλίου 2013

Ημερολόγιο

Gyorgy Lukacs

Νομίζω πως η αιτία του débâcle* είναι η εξής : 
δεν είμαι ως "επιστήμονας" πιο αδύναμος απ' ό,τι πίστευα- αν και αυτό είναι δυνατό, και μάλιστα πολύ πιθανό, αλλά ως άνθρωπος. Έχω ανάγκη από κάτι. Έχω ανάγκη από ανθρώπους- και μάλιστα από ζεστασιά. Και ο πάγος της δικής μου "ζεστασιάς" λιώνει τόσο δύσκολα (όσο εύκολα πιάνω συζήτηση και συνάπτω επιφανειακά στενές σχέσεις με άλλους ανθρώπους), που είναι σχεδόν αδύνατο να την κερδίσω. Και λείπει. Αυτό που επαναλαμβάνω εδώ και χρόνια: πως δεν χρειάζομαι κανέναν, ότι μπορεί κανείς να ζήσει οπουδήποτε, δεν είναι αλήθεια. Δεν πιστεύω πως θα ήμουν ικανός για κάτι τέτοιο. Αυτό σημαίνει ότι το ερώτημα είναι αν η δυσαρέσκεια που θα ένιωθα θα ήταν χρήσιμη προς το σκοπό της αύξησης της παραγωγικότητάς μου. Φοβάμαι πως όχι. Και στην περίπτωση αυτή η ετυμηγορία θα ήταν οριστική και αμετάκλητη. [...] Η στιγμή όμως κατά την οποία εγώ ήμουν εγώ είναι πραγματικά η ζωή, η ίδια η ζωή, ολόκληρη η ζωή, ενώ οι διαθέσεις που γεμίζουν τη "ζωή ολόκληρη" δεν είναι παρά "στιγμιαίες". 

*Κατάρρευση 


Γκέοργκ Λούκατς, Ερμηνευτικές προσεγγίσεις ( επιμ. Γ. Σαγκριώτης- Α.Α. Χρύσης), Αθήνα, Αλεξάνδρεια, σ. 384-385

24 Σεπτέμβρη 1945

Πρόκειται για ένα από τα ποιήματα του Ναζίμ Χικμέτ .
Τα ποιήματα των 9- 10μμ, γραμμένα από τις φυλακές της Προύσας, το 1945.
Ο ίδιος γράφει στην γυναίκα του μέσα από τις φυλακές

« Άκου να δεις τι κάνω. Όλη μέρα δουλεύω την μετάφραση (…), διορθώνω τα « Τοπία», τα επεξεργάζομαι. Από τις εννιά το βράδυ και μετά δε σκέφτομαι παρά μόνο εσένα. Μη νομίσεις πως δεν σε σκέφτομαι τις άλλες ώρες. Μα από τις εννιά και μετά δε σκέφτομαι τίποτ’άλλο εκτός από εσένα, και μεταξύ εννιά και δέκα, μια ώρα σου γράφω ποιήματα. Τους έδωσα τον τίτλο «τα ποιήματα των 9-10μμ, γραμμένα για την Πιραγιέ». Άρχισα να γράφω από τα τέλη του Σεπτέμβρη.(…)»

Η πιο όμορφη θάλασσα είναι αυτή που δεν έχουμε ακόμα ταξιδέψει.
Τα πιο όμορφα παιδιά δεν έχουν μεγαλώσει ακόμα.
Tις πιο όμορφες μέρες μας, δεν τις έχουμε ακόμα ζήσει
Κι αυτό που θέλω να σου πω, το πιο όμορφο απ’όλα
Δεν στο ‘χω πει ακόμα



Δευτέρα 8 Απριλίου 2013

Κοντραπούντο

Πάντοτε έψαχνα έναν δρόμο να σε φτάσω
σκυφτός μερόνυχτα σε χάρτες και βιβλία
ήθελα μόνο τη σκιά σου ν’ αγκαλιάσω
στου κόσμου βγαίνω τα σενά περιπολία

Όλα τα σχέδια χρυσόψαρα στη γυάλα
και σύ τη μάσκα σου φοράς και τα στολίδια
τ’ άστρα μου στέλνουνε πανάρχαια σινιάλα
κι εγώ μιας χίμαιρας μαζεύω τα ξεφτίδια


Zωή σε σπούδασα και ξέχασα να ζήσω
ποιός το χαμένο μου καιρό θα φέρει πίσω
δε δίνει ρεύμα ότι αγαπώ και δε με σώζει
τη λύση ψάχνω στο μπερντέ του Kαραγκιόζη


Πάντοτε έψαχνα έναν δρόμο να σε φτάσω
τρέχεις αδιάκοπα και τίποτα δεν τρέχει
μα συνεχίζω κι ας βρεθώ ξανά στον άσσο
κανείς δε χάνει μια ζωή που δεν την έχει


Bγαίνουν στην άγραν της TV τα συνεργεία
όλα είναι ζήτημα τιμής σ’ αυτόν τον κόσμο
τα όνειρά μου κατεβαίνουν σ’ απεργία
άσωτοι άγγελοι μου δείχνουνε το δρόμο

Τετάρτη 3 Απριλίου 2013

Στους φίλους μου / To my Friends

Primo Levi



Dear friends, and here I say friends
the broad sense of the word:
Wife, sister, associates, relatives,
Schoolmates of both sexes,
People seen only once
Or frequented all my life;
Provided that between us, for at least a moment,
A line has been stretched,
A well-defined bond.
I speak for you, companions of a crowded
Road, not without its difficulties,
And for you too, who have lost
Soul, courage, the desire to live;
Or no one, or someone, or perhaps only one person, or you
Who are reading me: remember the time
Before the wax hardened,
When everyone was like a seal.
Each of us bears the imprint
Of a friend met along the way;
In each the trace of each.
For good or evil
In wisdom or in folly
Everyone stamped by everyone.
Now that the time crowds in
And the undertakings are finished,
To all of you the humble wish
That autumn will be long and mild. 


Primo Levi  

Ο Primo Levi ήταν ένας Ιταλό-Εβραίος χημικός και συγγραφέας. Υπήρξε φυλακισμένος σε στρατόπεδο συγκέντρωσης του Άουσβιτς στην κατεχόμενη από τους Ναζί Πολωνία. Το πιο γνωστό του έργο είναι το If this is a Man (1947) "Se questo è un uomo".  Για περισσότερες πληροφορίες εδώ : http://en.wikipedia.org/wiki/Primo_Levi