|
John Virtue
|
Νιώθω εξαντλημένη
Ηττημένη
Κουρασμένη
Ακόμη και τα παντζάρια ματώνουν πιο πολύ από μένα
Οι στάλες τους πέφτουν βροχή
Πηχτές σαν πάχνη
Σε καλύτερη κατάσταση από το δικό μου κίβδηλο αίμα
Ψάρι διψασμένο σε έρημο
Τι κάνω Θεέ μου σ’αυτόν τον κόσμο;
Εγώ που η ίδια η ζωή με γεννά και με καταστρέφει
Όσες γέφυρες κι αν σκεφτώ
Δεν φτάνουν για να πέσω στο κενό
Κρατιέμαι από ένα φύλλο
Που ανεμοδέρνεται στις φυλλωσιές των κυπαρισσιών
Ας έρθει μια κόλαση ή ένας παράδεισος
Ή οτιδήποτε τέλος πάντων
Να αφήσω εκεί την ύπαρξή μου
Γιατί δεν αντέχω άλλο τον πόνο του κενού μου
Ουσία αυταπάρνησης
Έγινε λάθος στο μαιευτήριο
Προοριζόμουν για εκποίηση
Όχι για νοίκιασμα.
Κι ο έρωτας..
Με παίδεψε
Με κατέστρεψε το οιδιπόδειο σύμπλεγμα
Τον έφτυσα
Και με ακολούθησε
Σε κάθε πληγή
Σε κάθε ουλή
Μπαίνει μέσα μου και με μολύνει
Χάνω τον καιρό μου με αντιβιοτικά του πρόσκαιρου
Μα και τα ουσιώδη είναι αντιστρόφως ανάλογα
Στο τίποτα φυτεύω ένα σπόρο
Κι ανθίζω ξεραμένο δέντρο
Έτοιμο να σαλπάρει
Για το διευατό εκεί.
Ελένη.Μ